Από: Χάρης Δάφλος–
Το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων ανεβάζει στις 18 Ιανουαρίου στο «Καμπέρειο» θέατρο τη Νόρα (1879) του κορυφαίου Νορβηγού δραματουργού Ερρίκου Ίψεν, σε σκηνοθεσία της χαρισματικής Μαρίας Μαγκανάρη.
Η απαράμιλλη ψυχογραφική διεισδυτικότητα της ιψενικής γραφής, η οξυδέρκεια της παρατήρησης για το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης, αλλά και για την ανάγκη του ατόμου για αυτοπραγμάτωση καθιστούν τη Νόρα ένα αρυτίδωτο κλασικό αριστούργημα, που συνεχίζει να μιλά στις σύγχρονες αγωνίες μας με τρόπο επείγοντα, αιφνιδιαστικό, απελευθερωτικό.
Είναι Χριστούγεννα. Η Νόρα και ο Τόρβαλντ Χέλμερ είναι παντρεμένοι εδώ και 8 χρόνια. Έχουν τρία παιδιά. Οι οικονομικές δυσκολίες δεν έχουν καταφέρει να «λερώσουν» τη ζωή τους μέχρι τώρα. Όλα μοιάζουν ιδανικά. Ιδιαίτερα με τον ερχομό του νέου έτους που ο Τόρβαλντ πρόκειται να αναλάβει τη διοίκηση της Μετοχικής Τράπεζας. Τώρα όλα θα γίνουν ακόμη πιο εύκολα. Η καλή αμοιβή του υπόσχεται ένα πιο υψηλό επίπεδο ζωής. Το παρελθόν όμως δεν αφήνει το μέλλον στην ησυχία του. Ένα κρυμμένο μυστικό θα βγει στο φως για να ανατρέψει τις ισορροπίες, να σαρώσει τα ζωτικά ψεύδη ενός γάμου ανάμεσα σε δύο συζύγους ξένους, όπως αποκαλύπτεται, μεταξύ τους, να αναδείξει τις διαφορετικές αντιλήψεις της αντρικής και γυναικείας συνείδησης για τη ζωή, οδηγώντας τελικά σε μια επώδυνη, απελευθερωτική, ζωτική αυτογνωσία.
Ο Ίψεν χαρακτήρισε το έργο του «τραγωδία των μοντέρνων καιρών». «Υπάρχουν δύο ειδών ηθικοί νόμοι, δύο ειδών συνειδήσεις, η αντρική και μια εντελώς διαφορετική, η γυναικεία. Δεν κατανοούν η μία την άλλη. Σε ζητήματα πρακτικής της καθημερινής ζωής η γυναίκα κρίνεται από τον αντρικό νόμο, σαν να μην ήταν γυναίκα, αλλά άντρας» σημείωνε ο Ίψεν το 1879 για τη Νόρα.
Στο έργο η αντρική αίσθηση της ταυτότητας έρχεται σε σύγκρουση με την έλλειψη γυναικείας ταυτότητας. Με το φινάλε του μοιάζει να υπονοείται ότι όταν η ανδροκρατούμενη κοινωνία αποτελέσει παρελθόν, όταν η υποκρισία της αστικής ηθικής ξεσκεπαστεί, ένας νέος κόσμος θα αναδυθεί, μια κοινωνία με ισοτιμία ανάμεσα στα δύο φύλα, με δυνατότητα προσωπικής εξέλιξης και ελευθερίας του ατόμου, με ένα νομικό σύστημα που να υπηρετεί τον Άνθρωπο. 140 χρόνια μετά, πόσο κοντά είμαστε στ’ αλήθεια σε αυτήν την πραγματικότητα;
Σκηνοθετικό σημείωμα:
«Η Νόρα τρώει κρυφά σοκολατάκια. Λέει ψέματα σαν να είναι αλήθεια. Έχει τρία παιδιά. Μεταμφιέζεται, χορεύει, παίζει ρόλους: είναι γαλιάντρα, σκιουράκι, διαβολάκι, άτακτο κοριτσάκι, περίεργο πλασματάκι, νεράϊδα.
Ο Τόρβαλντ δουλεύει πολύ. Δίνει λεφτά στη Νόρα. Τη μαλώνει και μετά της δίνει λεφτά. Την προστατεύει από τον εαυτό της. Ο Τόρβαλντ παλεύει για να πραγματώσει τον ρόλο του ως «αρσενικό».
Οι ξένοι για οχτώ χρόνια βρίσκονται έξω. Τους κοιτούν, αυτούς και το σπίτι τους. Μετά χτυπούν το κουδούνι τους. Ποιο είναι το εντός και ποιο το εκτός; Ποιος είναι ο ξένος και ποιος είναι ο δικός μας;
Η Νόρα έχει ένα μεγάλο μυστικό. Και μετά σταματά να μεταμφιέζεται. Και τότε γίνεται: «ελεεινή γυναίκα», «θεατρίνα», «ψεύτρα», «εγκληματίας», «τρελή», «άρρωστη», «μάγισσα». Ο Τόρβαλντ παλεύει για να πραγματώσει τον ρόλο του ως «αρσενικό». Η Νόρα παλεύει κόντρα στον ρόλο της ως «θηλυκό». Μια γυναίκα δεν μπορεί να είναι ο εαυτός της στην σύγχρονη κοινωνία, είναι μια αποκλειστικά ανδροκρατούμενη κοινωνία» γράφει ο Ίψεν το 1878. Και μετά η αγαπημένη του ηρωίδα αφήνει το «κουκλόσπιτό» της και βροντά την πόρτα πίσω της».
Μαρία Μαγκανάρη
Η ταυτότητα της παράστασης:
Νόρα του Ερρίκου Ίψεν – Μια παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων.
Μετάφραση: Γιώργος Σκεύας
Σκηνοθεσία: Μαρία Μαγκανάρη
Συνεργάτις δραματουργός: Σοφία Ευτυχιάδου
Σκηνικά-κοστούμια: Ευαγγελία Κιρκινέ
Μουσική: Τατιάνα Ζωγράφου
Φωτισμοί-βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Γοζαδίνου
Παίζουν: Βίκυ Κατσίκα (Νόρα), Γιωργής Τσαμπουράκης (Τόρβαλντ), Γιάννης Κοντός (Ρανκ), Χαρά Ζησιμάτου (Λίντε), Βαγγέλης Χατζηνικολάου (Γκρόγκσταντ).
Τσέλο επί σκηνής: Μάχη Βαλαή.
Ενορχήστρωση – μεταγραφή: Θωμάς Κοντογεώργης
Στην ηχογραφημένη μουσική παίζουν: Βαγγέλης Ζωγράφος (κοντραμπάσο), Πάνος Κανελλόπουλος (μαντολίνο), Θωμάς Κοντογεώργης (πιάνο), Μιχάλης Πορφύρης (βιολοντσέλο).
Μίξη – ηχογράφηση: Νίκος Πλατύραχος
Χριστουγεννιάτικη μουσική: Διασκευή του Das Perlenhalsbnand Nr. 1
Cry me a river: Words and music by Arthur Hamilton.
Info
Πληροφορίες – κρατήσεις: 6955998405 (κα. Μαρία Κεβρεκίδου) και 2651025670 (ώρες γραφείου).
Παραστάσεις: Πρεμιέρα, Σάββατο 18 Ιανουαρίου στις 9.00 μ.μ. στο Καμπέρειο Θέατρο.
Κάθε Πέμπτη (9.00 μ.μ.), Παρασκευή (9.00 μ.μ.), Σάββατο (9.00 μ.μ.) και Κυριακή (7.00 μ.μ.).
Πωλήσεις εισιτηρίων: Viva.gr και στα γραφεία του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων (Παπάζογλου 5, Αρχοντικό Πυρσινέλλα, 9.00 π.μ.– 15.00).
Τιμές εισιτηρίων: 10 ευρώ (κανονικό), 7 ευρώ (μαθητές, φοιτητές, στρατευμένοι, πολύτεκνοι και άτομα άνω των 65 ετών), 3 ευρώ (Κάτοχοι κάρτας ανεργίας και ΑμεΑ). Ομαδικά εισιτήρια (άνω των 20) για Φορείς, Συλλόγους και Σωματεία: 7 ευρώ.
Λίγα λόγια για τον Ερρίκο Ίψεν (1828-1906):
Ο Ερρίκος Ίψεν, Νορβηγός δραματικός συγγραφέας, είναι ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης ευρωπαϊκής δραματουργίας. Γεννιέται το 1828 στο Σκίεν της Νορβηγίας, από εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του όμως χρεοκοπεί όταν ο Ερρίκος είναι επτά χρονών. Το γεγονός αυτό επηρεάζει βαθιά τον μελλοντικό συγγραφέα, ο οποίος περνά δύσκολα παιδικά χρόνια. Σε ηλικία 16 ετών φεύγει από το πατρικό του και δουλεύει στο Γκρίμσταντ ως βοηθός φαρμακοποιού. Το 1846 αποκτά ένα νόθο παιδί με την υπηρέτρια Έλσε Σοφί Γενσντάτερ.
Για 15 χρόνια υποχρεώνεται δια νόμου να το συντηρεί. Τα χρόνια αυτά ήδη εκδηλώνεται η αγάπη του για το θέατρο και τις τέχνες. Το 1850 διορίζεται δραματολόγος στο Θέατρο του Μπέργκεν. Το 1857 αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής του Νορβηγικού Θεάτρου της Χριστιανίας. Το 1858 παντρεύεται τη Σουζάνα Τούρεσεν και τον επόμενο χρόνο γεννιέται ο γιος του Σίγκουρντ. Τα πρώτα του έργα γράφονται αυτήν την εποχή και προκαλούν έντονες αντιδράσεις και επιθέσεις των συντηρητικών. Από το 1864, ο συγγραφέας αυτοεξορίζεται και εγκαθίσταται σε διάφορες χώρες του εξωτερικού: πρώτα στη Ρώμη, έπειτα στη Δρέσδη, στο Μόναχο, και μετά πάλι στη Ρώμη. Το 1891 επιστρέφει στη Νορβηγία έπειτα από 27 χρόνια περιπλάνησης. Περνάει τα τελευταία χρόνια της ζωής του φορτωμένος με τιμές. Πεθαίνει το Μάιο του 1906.
Ο Ίψεν υπήρξε η σημαντικότερη θεατρική φυσιογνωμία της γενιάς του και επηρέασε καταλυτικά την εξέλιξη της δραματουργίας στην Ευρώπη. Αρχικά θεωρήθηκε απλός ηθογράφος της νορβηγικής ζωής, αλλά πολύ γρήγορα αναγνωρίστηκε η καθολικότητα των δραματικών του συλλήψεων, το τραγικό αλλά και το ποιητικό στοιχείο που διαπερνά τα έργα του. Ο Ίψεν κατάφερε να μετατρέψει τη θεατρική σκηνή σε ένα δημόσιο φόρουμ, που άνοιγε διάλογο για τα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα της εποχής του. Και, επειδή είναι σπουδαίος συγγραφέας –ο χειρισμός των θεμάτων, οι χαρακτήρες των έργων του και η βαθιά παρατήρηση της ανθρώπινης κατάστασης– κατάφερε να γίνει κλασικός. Γιατί τα έργα του ξεκινούν από τη σύγχρονή του πραγματικότητα, αλλά ανήκουν σε όλες τις εποχές.
Ανάμεσα στα πρώτα του έργα, στραμμένα στο παρελθόν, την ιστορία και τους θρύλους ξεχωρίζουν Τα παλικάρια στο Χέγκελαντ (1857) και οι Μνηστήρες του θρόνου (1863). Αλλά η καθιέρωση έρχεται με τα δύο ποιητικά αριστουργήματα, τον Μπραντ (1866) και τον Πέερ Γκυντ (1867).
Με τα Στηρίγματα της κοινωνίας (1877) εγκαινιάζεται η σειρά των κατεξοχήν κοινωνικών του δραμάτων, που συνεχίζεται με τη Νόρα ή Το κουκλόσπιτο (1879), τους Βρικόλακες (1881) και το Ένας εχθρός του λαού (1882). Και στα τέσσερα αυτά έργα κυρίαρχα θέματα είναι το ψέμα και η υποκρισία που διαβρώνουν τον γάμο, την οικογένεια, την κοινωνία.
Στα τελευταία του έργα, και ενώ συνεχίζει να ενδιαφέρεται για τη σχέση του ατόμου με την κοινωνία, ο Ίψεν ρίχνει το βάρος στην εξερεύνηση της ατομικής ψυχολογίας και αναλύει κάποιες ιδιαίτερες μοναχικές προσωπικότητες: Η αγριόπαπια (1884), Ρόσμερσχολμ (1886), Η κυρά της θάλασσας (1888), Έντα Γκάμπλερ (1890), Ο αρχιμάστορας Σόλνες (1892), Ο μικρός Έγιολφ (1894), Ιωάννης Γαβριήλ Μπόργκμαν (1896). Το κύκνειο άσμα του, Όταν ξυπνήσουμε ανάμεσα στους νεκρούς, έχει ως ήρωα έναν καλλιτέχνη και εξετάζει τη σχέση ανάμεσα στην τέχνη και τη ζωή.